Προς Ναυτιλομένους

Στο blog αυτή τη στιγμή μπορείτε να βρείτε κάποια από τα άρθρα (τόσο σε έντυπα, όσο και στο internet) και τις μεταφράσεις μου, τα φανζίν τα οποία έχω βγάλει ή στα οποία έχω συμμετάσχει, καθώς και πληροφορίες για το μικρό συγγραφικό μου έργο, πατώντας τα αντίστοιχα λήμματα κάτω από τη Βιβλιοθήκη. Για το Παραμυθόγραμμα δεν έχετε παρά να πατήσετε το link ή το αντίστοιχο λήμμα στις Καρτέλες. Αν πατήσετε εδώ θα μεταφερθείτε στο Flickr μου, όπου έχω βάλει λίγες μόνο φωτογραφίες, αλλά σκοπεύω σύντομα να το εμπλουτίσω.

Περί Αρθρογραφίας στην Εποχή του Internet

Έναμισης χρόνος από το τελευταίο μου post. Δεν αποτελεί μεγάλη έκπληξη. Άλλα κι άλλα σχέδια απέτυχαν ή ματαιώθηκαν, άλλες ιδέες μένουν ακόμα μετέωρες, άλλος ο κόσμος για τον οποίο ελπίσαμε και άλλος αυτός που έχουμε. Η αρθρογραφία των blog δεν είμαι βέβαιος αν έχει παρέλθει, πλην συγκεκριμένων εξαιρέσεων. Ίσως είναι ηλικιακό θέμα, ίσως είναι δικό μου ηλικιακό θέμα, ίσως ευρύτερα το γεγονός ότι μετά την έκρηξη του internet και των (anti)social media την τελευταία δεκαετία, κατέληξα (στο προφανές συμπέρασμα) πως το δίκτυο δεν είναι πραγματικότητα – τουλάχιστον σε έναν συντριπτικό βαθμό. Σίγουρα έχει αρκετές χρησιμότητες, αλλά κατά βάση έχει καταστεί αναγκαίο με τη βία. Τέλος πάντων, αυτό είναι άλλη και μάλλον ανεξάντλητη κουβέντα.

Ωστόσο, αυτή εδώ η μισοξεχασμένη γωνιά του internet παραμένει διαθέσιμη για όταν θέλω διακαώς να γράψω κάτι που μοιάζει να μην χωράει πουθενά αλλού ή δεν θέλω να χαθεί στο ατέρμονο feed του Facebook. Το θέμα μου, λοιπόν, είναι η αρθρογραφία στην εποχή του internet, όχι στο συνολό της, αλλά ορισμένες από τις πολύ προβληματικές όψεις της. Είναι κάτι με το οποίο ασχολιόμουν πολύ ενεργά για περίπου μια δεκαετία (στις διάφορες ενσαρκώσεις COMICDOM, σε προσωπικά blog, σε μερικά άλλα μέρη)  και πλέον πιο περιστασιακά, όπως στην ετήσια Top X λίστα του Comicdom.gr και για ένα διάστημα στο site Will o’ Wisps.

Διαβάζω πολύ, πάρα πολύ και έχω μια “εκπληκτική” ικανότητα για συγκράτηση μάλλον άχρηστων πληροφοριών που διασκεδάζουν κόσμο σε συνάξεις. Πράγμα μάλλον απρόσμενο: όταν διάφορα αντικείμενα, συνήθως της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου ή της ποπ κουλτούρας έρχονται στο προσκήνιο, με αποτέλεσμα να γράφει, θαρρείς, όλο το internet για αυτά, οι άχρηστες αυτές πληροφορίες με κάνουν να βλέπω όλεες τις αστοχίες, από τις ασήμαντες μέχρι τις τερατώδεις. Είναι μια δεξιότητα αμφιβόλου χρησιμότητας και εξασφαλισμένης νοητικής κούρασης, ειδικά για έναν editor (που έχω υπάρξει, μεταξύ άλλων), ειδικά σε μια εποχή που όλοι προσβάλλονται με το παραμικρό, αντί να μαθαίνουν από την κριτική.

Με την σχετικά μάταιη ελπίδα πως τα παρακάτω θα αλλάξουν οτιδήποτε ουσιαστικό, παραθέτω λοιπόν ορισμένες οδηγίες ή / και παρατηρήσεις προς όσους λογίζονται γραφιάδες του internet (ή, πιο σπανίως, του εντύπου). Όλα αυτά κατά κανόνα δεν αφορούν τα ειδησεογραφικά site με την αυστηρή έννοια του όρου, καθότι η πιστότητα αυτών που νοούνται μέσα ενημέρωσης είναι μια τελείως διαφορετική κονσέρβα γεμάτη σκώληκες (παιγνιώδης απόδοση του can of worms), όσο τα site (blogs, FB posts, Twitter, other) που ασχολούνται με την ποπ κουλτούρα και τις προεκτάσεις της:

  1. Διάβασες κάτι, φίλος φίλου φίλης σου είπε το α ή το β με πλήρη βεβαιότητα, κάτι πήρε λοξά το μάτι σου. Μην το αναπαράγεις σαν γεγονός ή είδηση χωρίς να το ψάξεις στοιχειωδώς. Στην εποχή του Google, των smartphones και των tablet δεν έχεις δικαιολογία. Το Onion, το Κουλούρι και συναφή σατιρικά site ΔΕΝ είναι πηγή ειδήσεων και το λένε ευθαρσώς. Ειδική σημείωση: αν κάτι μοιάζει υπερβολικά προκλητικό, παράξενο, κάνει τον κάθε καμμένο να βγαίνει από την τρύπα του και να λέει σαχλαμάρες, googlαρέ το με τη λέξη hoax δίπλα. Συχνά σώζει την αξιοπρέπειά σου.
  2. Η Wikipedia ΔΕΝ είναι πηγή όταν αρθρογραφείς, τουλάχιστον όχι αξιόπιστη πηγή. Μπορεί να είναι μόνο σημείο έναρξης, ενδεχομένως πηγή πηγών, ή σημείο ανφοράς για μια γρήγορη πληροφορία. Η Wikipedia μεταφρασμένη ΔΕΝ είναι έρευνα και συνήθως το κείμενο που προκύπτει “φωνάζει” ότι είναι μετάφραση από άνθρωπο που δεν ξέρει να μεταφράζει.
  3. Αν κάτι μπορεί να το βρει κανείς με ένα-δυο googlαρίσματα, δεν είναι άξιο λόγου ως άρθρο ειδικής θεματολογίας. Ένα τέτοιο άρθρο απευθύνεται μόνο σε τεμπέληδες που θέλουν να googlάρει άλλος κόσμος το οτιδήποτε για λογαριασμό τους. Είναι το χειρότερο είδος αναμασήματος.
  4. Αν έχεις γενική άγνοια για κάτι, μην γράψεις για αυτό δίχως να αποκτήσεις μια στοιχειώδη επαφή. Παράδειγμα: δεν έχεις ιδέα από PC Games και καλείσαι να γράψεις ένα σχετικό άρθρο, ή θες να συμπεριλάβεις μια σχετική πληροφορία σε παρεμφερές άρθρο. Μην αντιγράφεις και μην μεταφράζεις αναλύσεις που δεν καταλαβαίνεις από Wikia για να δείχνεις “σφαιρική άποψη”. Είναι σχεδόν βέβαιο πως θα εκτεθείς. Κάνε απλή παράθεση, βάλε ένα link και ασχολήσου με αυτό που ξέρεις – ή, απόκτησε πρώτα μια στοιχειώδη επαφή.
  5. Όσο κι αν αγαπάς ή ασχολείσαι με ένα αντικείμενο, είναι βέβαιο πως ανά τα χρόνια έχεις παρανοήσει πράγματα διότι δεν χρειάστηκε ποτέ να τα ελέγξεις. Σύμφωνα με τη λογική του #1, όταν υπογράφεις υπευθύνως ένα κείμενο, δεν δικαιολογείσαι να γράφεις πατάτες επειδή “έτσι νόμιζες”. Η αγάπη για ένα αντικείμενο ΔΕΝ σε κάνει αυτομάτως ειδήμονα για το εν λόγω αντικείμενο, ειδικότερα δε για την ιστορία του, η οποία πιθανότατα ΔΕΝ ξεκινάει στα ’90s. Ακούγεται παράξενο, το ξέρω, αλλά έχω δει πάρα πολλά άρθρα που παραθέτουν τη συγκεκριμένη δεκαετία ως βαθύ παρελθόν, διότι τότε υπήρξε παιδί ο αθρογράφος .
  6. Μην συγχέεις και μην κρίνεις ανόμοια πράγματα, ακόμη κι αν είναι συγγενή.  Π.χ. αν έχεις μια γραμμή σκέψης για ένα manga, συνήθως ΔΕΝ μπορείς να αξιοποιήσεις ως επιχείρημα το αντίστοιχο anime, διότι κατά κανόνα υπάρχουν σοβαρές αποκλίσεις – χρονικές, σεναριακές, μαρκετίστικες κλπ. κλπ.
  7. Όποια κι αν είναι η άποψη που θέλεις να περάσεις, η ιδέα που σε απασχολεί, το συναίσθημα που σου γέννησε ένα αντικείμενο, πρώτα πρέπει να θέσεις τις βάσεις και μετά ν’ αρχίσεις τις αναλύσεις (που συχνά απλά ταιριάζουν με το κλίμα της εποχής). Π.χ. με τη “διαφορετικότητα” να είναι η αγαπημένη καραμέλα του internet, είδα ένα σωρό κόσμο να την καθιστά κεντρικό αντικείμενο του Shape of the Water – και όντως, ο κόσμος το καταπίνει αυτό αμάσητο. Το πρόβλημα είναι πως η συζήτηση πρέπει να ξεκινήσει από τα εξής δύο πράγματα: πρώτον, είναι μια ταινία του Del Toro κατά βάση εμπνευσμένη από το design που έκανε για τον Abe Sapien στο Hellboy. Δεύτερον, είναι ουσιαστικά Η Μικρή Γοργόνα αντεστραμμένη με μια μίξη από την Ωραία και το Τέρας. Και άντε πες, αυτά δεν “πουλάνε” τόσο σαν πληροφορίες. Το πιο προβληματικό είναι ότι απουσιάζουν τελείως, εστιάζοντας μόνο στην “ιδέα” που ενστερνίζεται ο γράφων και που είναι ήδη “προ-μασημένη”.
  8. Μάθετε να γράφετε. Ακούγεται σκληρό, ίσως ακόμη και κακεντρεχές, αλλά δεν το παίρνω πίσω: αν δεν ξέρεις να γράφεις στη μητρική σου γλώσσα, μην γράφεις. Πρώτα μάθε, μετά γράψε. Είναι αδιανόητο ενήλικες να μοστράρονται ως αρθρογράφοι και να ξέρουν οριακά (στα καθ’ ημάς) ελληνικά Δημοτικού. Δεν μιλάω για ψιλολοΐδια ορθογραφικά (όπου έχεις Spell Checker και πάλι ΔΕΝ δικαιολογείσαι), αλλά για άγνοια (ή αδιαφορία) περί της δομής της γλώσσας και της σημασίας των λέξεων. Συνήθως, δε, βάζει ο άλλος τη φιοριτούρα για να δείξει ψαγμένος και η λέξη σημαίνει άλλο πράγμα. Ο εκάτοτε editor δεν οφείλει να διορθώνει βλακείες για να “δείχνει πρόσωπο” ο αρθρογράφος. Οφείλει να του πει: “Αυτό δεν διαβάζεται, ξαναγράφτο”.
  9. (Pet peeve:) Μύθος, παραμύθι και λαογραφία είναι πράγματα συγγενή αλλά σε καμία περίπτωση ίδια. Επίσης, σε διαφορετικό context σημαίνουν διαφορετικά, αλλά πολύ συγκεκριμένα πράγματα. Ο νοών νοείτο.

Μπορεί να υποθέσετε πως αυτά τα γράφω από του υψηλού μου αλόγου (riding on my high horse), ή επί το κοινότερον καβάλα στο καλάμι. Η πραγματικότητα είναι πως απλά έχω μάθει από σχεδόν όλα τα άνωθεν λάθη (πλην του γλωσσικού) τα τελευταία 15 χρόνια (ναι, μερικά τα έκανα και εντύπως) και τα έχω λουστεί επανειλημμένα από άλλους, γνωστούς, ή μη. Τα λάθη αυτά πολύ συχνά βγάζουν στην επιφάνεια από το χειρότερο είδος Τρολ, μέχρι την ειλικρινή κριτική, τα οποία σχεδόν απαρεγκλίτως οδηγούν σε καυγά και κακή διάθεση μέσα στο εκάστοτε fandom της ποπ κουλτούρας.

Τα παραπάνω τα θεωρώ στοιχειώδη για να βελτιωθεί η σημερινή κατάσταση και σαν κατακλείδα θα προσθέσω το εξής: όλη η σημερινή κουλτούρα της ευθιξίας και κυρίως, του φόβου της ευθιξίας με τα πάντα, η κανονικοποίηση της λογοκρισίας, το μόνο που καλλιεργούν είναι ψευδαισθήσεις ή / και συγκαλυμμένη, αυξανόμενη οργή, αντί να γίνεται πραγματική συζήτηση, με βάση πραγματικά ερεθίσματα. Επίσης, η καταναγκαστική “εξυγείανση”  ή επιπλαστη “ενηλικίωση” των πάντων τα καθιστά μια ομοιόμορφη σούπα που προοδευτικά παύει να έχει το οποιοδήποτε ενδιαφέρον. Αυτό είναι μια καθαρά προσωπική άποψη, είναι όμως κάτι που το βλέπω να αντανακλάται και στην διαδικτυακή αρθρογραφία.

Έγραψα πολλά και υπάρχουν ακόμα άλλα που κολυμπάνε στο κεφάλι μου, αλλά για τώρα θα το κλείσω εδώ.

Καλή χρονιά!

Α.Μ.

ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΤΑΦ (Εκδόσεις Μεταίχμιο)

Πριν από δύο μέρες κυκλοφόρησε η νέα μου μετάφραση, ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΤΑΦ, μια σειρά από sci-fi ιστορίες του George R.R. Martin, με έναν εκκεντρικό, γατόφιλο πρωταγωνιστή, ο οποίος έχει στην κατοχή του ίσως το πιο καταστρεπτικό σκάφος σε ολόκληρο το Γαλαξία, ικανό ν’ αφανίσει ολόκληρους πλανήτες και πολιτισμούς.

Μέσα από μια σειρά απροσδόκητων γεγονότων, ένας ευφυής, πλην μάλλον μέτριος έμπορος, ο Χάβιλαντ Ταφ, γίνεται κύριος της Κιβωτού, ενός γιγάντιου πολεμικού σκάφους της παλαιάς Γήινης Αυτοκρατορίας και του πολυθρύλητου, αφανισμένου Σώματος Μηχανικών Οικοσυστημάτων. Έχοντας πλέον στη διάθεσή του εξωφρενικές ικανότητες κλωνοπoίησης και γενετικής τροπoποίησης, ο Ταφ καλείται να επιλύσει προβλήματα σε πλανητικό επίπεδο, ερχόμενος αντιμέτωπος με τον ανθρώπινο παραλογισμό, φανατισμό και την εύκολη σκληρότητα του είδους μας.

Όπως κάθε μύθος, έτσι και ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΟΥ ΤΑΦ μιλάνε για τον σημερινό άνθρωπο, φωτίζοντάς τον σε ένα τερατωδώς και φαντασιακά μεγεθυμένο επίπεδο, όπου οι μάχες γίνονται κυρίως σε επίπεδο αντιλήψεων, παρά με κόκκινα και μπλε λέιζερ.

Εθισμός στην αναπαραγωγή, ένας πλανήτης με αντεστραμμένο το λαβκραφτικό μοτίβο, ένας άλλος με οικονομία που βασίζεται στην κακοποίηση ζώων, ένας Μωυσής αλλιώτικος και άλλα πολλά συνθέτουν μια σειρά ιστοριών με κύρια προβλήματα την ανθρώπινη άγνοια και τον εγωισμό – όπως δηλαδή και σήμερα.

Α.Μ.

Υ.Γ. Λυπάμαι για την φωτογραφία που αδικεί τραγικά το εξώφυλλο, όμως έχω ξεμείνει από σκάνερ…

Ένα Ζοφερό Σάββατο

Ας πω χαριτολογώντας, στο μόνο σημείο του κειμένου όπου αυτό είναι εφικτό, πως το τοτέμ μου είναι η χελώνα: μεταξύ άλλων, είμαι βραδυφλεγής, οργίζομαι πολύ αργά και δύσκολα, όταν συμβεί αυτό συγχωρώ εξίσου δύσκολα, εξετάζω και αναλύω τα πάντα ad nauseum – κι όσο κι αν το θέλω, καμιά φορά, ποτέ δεν ξεχνάω. Πάσχω επίσης από κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως “σύνδρομο χρονικής αισιοδοξίας”, γνωστό και ως “εντάξει μωρέ, θα προλάβω”, πράγμα το οποίο μερικώς ευθύνεται για την πολύ κακή μου σχέση με τον χρόνο. Ο μόνος λόγος που τα παραθέτω όλα αυτά, είναι πως μερικές φορές, ο χρόνος απλά τελειώνει.

Πριν από μία εβδομάδα, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από έναν φίλο με τον οποίο τυπικά δε μιλάμε ποτέ, όσες φορές κι αν έχει τύχει να πούμε “μη χαθούμε”, “να σε δούμε” και ούτω καθεξής. Δεν υπάρχει κάποιος λόγος γι’ αυτό – απλά συμβαίνει. Ανέμενα πως ήταν κάποιο κακό μαντάτο, και ήταν: πήρε να μου πει πως πέθανε η Μαρία Κουλουμπαρίτση, γνωστή στους κοινούς μας κύκλους ως Lockie, Kururu Alienfrog, DM και μεταξύ άλλων συνδημιουργός του BOTCH!. Είχε φτάσει δεύτερο χέρι στ’ αυτιά μου πως είχε κάποια θέματα υγείας, όμως τίποτα τόσο συγκεκριμένο, τόσο κατακλυσμιαία άμεσο – κι έτσι απλά, ο χρόνος τελείωσε.

Υπάρχουν πολλά κλισέ για το χρόνο: πως θεραπεύει όλες τις πληγές, πως σκορπάει τους ανθρώπους, πως δεν περιμένει για κανέναν. Όλα έχουν τη βάση τους, όμως η αλήθεια για τον χρόνο είναι πως περνάει, μια θεότητα αδιάφορη και ρευστή, που κινείται αδιάκοπα και χύνεται σαν το νερό που καταπίνει η άμμος. Ίσως αυτό που μας θλίβει και μας φοβίζει μπρος στον θάνατο είναι η οριστική και αμετάκλητη απουσία του μοιρασμένου χρόνου.

Με τη Μαρία είχαμε σφαχτεί και τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ήμασταν σφαγμένοι. Δεν υπάρχει μαλακός ή χαριτωμένος τρόπος να το πω. Οι λόγοι δεν έχουν σημασία: μπορείς να το πεις συντριπτική ασυμφωνία χαρακτήρων, μπορείς να πεις πως μεγαλώνοντας, εκεί που δεν προσέχαμε, γίναμε δυο άνθρωποι που δεν τέμνονταν τελικά πουθενά, παρά σε κάποια κοινά ενδιαφέροντα και η συνειδητοποίηση αυτή οδήγησε στην ανεπανόρθωτη σύγκρουσή μας.

Και η σύγκρουση αποδείχτηκε ανεπανόρθωτη – διότι ακόμα κι αν υπήρχε περιθώριο επανόρθωσης, δεν υπάρχει πια χρόνος κι έτσι δεν θα το μάθουμε ποτέ. Τη Μαρία όμως την ήξερα δεκατέσσερα χρόνια. Τη γνώρισα το 2003, σ’ εκείνο το ομιχλώδες πια MAD Comicfest που είχε γίνει σε μια αποθήκη του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού. Γνωριστήκαμε μες στα comics, συναντιόμασταν στα anime, κάναμε παρέα μέσα στα RPG. Η Μαρία ήταν η Yukiyasha στη Ravenloft, ο Akito Tenkawa στο World of Darkness, η Al-Jahar που είχε πάθει εμμονή, όπως και η δημιουργός της, με τον Βάρδο Δίχως Όνομα (κάτά κοινή ομολογία, ένα από τα πιο μισητά μου δημιουργήματα), ήταν DM που έχτιζε κόσμους και ιστορίες που διέτρεχαν ολόκληρες χιλιετίες και campaigns που κρατούσαν χρόνια, γεμάτα εκατοντάδες sessions, ήταν σε ίσες ποσότητες η Mevil και ο Damian του BOTCH! και η πένα που τους έδινε όψη.

Ό,τι κι αν ήμασταν πριν το τέλος, ήμασταν δωδεκάμισι χρόνια φίλοι, δύο χρόνια συνεργάτες. Τώρα ο χρόνος της τελείωσε – πολύ σύντομα, αδιανόητα σύντομα – και πίσω μένουν μονάχα όσα συνέβησαν, τα καλά και τα άσχημα. Δεκατέσσερα χρόνια μνήμης.

Το κείμενο αυτό δεν απευθύνεται σε κανεναν. Δεν αναζητά παρηγοριά, δεν εξηγεί τίποτα. Είναι απλά ο δικός μου τρόπος ν’ αδειάσω ένα μέρος από το μούδιασμα και το σφίξιμο που με πνίγουν, από εκείνο το ζοφερό Σάββατο της 11ης Φεβρουαρίου 2017, ώρα 22:33, όταν δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από έναν φίλο που τυπικά δε μιλάμε ποτέ – για να μου πει πως ο χρόνος τελείωσε.

Α.Μ.

ΚΟΡΑΚΙ ΣΕ ΑΛΙΚΟ ΦΟΝΤΟ, του Λευτέρη Κεραμίδα

Κοράκι σε άλικο φόντο (Γιοί της στάχτης, #1)Κοράκι σε άλικο φόντο by Ελευθέριος Κεραμίδας
My rating: 5 of 5 stars

Μετά από πολύ καιρό, πολύ τριβέλισμα και με την παρεμβολή άλλων βιβλίων, εργασιών κλπ κλπ, επιτέλους ολκλήρωσα το βιβλίο του Λευτέρη Κεραμίδα!

Θα πω καταρχήν το εξής: ο ψυχαναγκαστικός με τις λεπτομέρειες αναγνώστης, θα κάνει κάμποσο καιρό να το τελειώσει (εντάξει, μάλλον όχι όσο εγώ), διότι έχει τόσους χαρακτήρες, τόσο λεπτά πλεγμένους μεταξύ τους, τόσα αλληλένδετα γεγονότα, τόσα επίπεδα αποκαλύψεων, που αναμενόμενα κανείς γυρνάει πίσω ξανά και ξανά ώστε να επιβεβαιώσει τις ποικίλες υποψίες που του γεννιούνται και να εκτιμήσει την εκπληκτική λεπτομέρεια στη δομή της ιστορίας.

Το βιβλίο είναι ένα ψευδοβυζαντινό fantasy, που ανακατεύει μέσα ελληνικούς μύθους, ακριτικές αφηγήσεις και στοιχεία πραγματικής ιστορίας, αλλαγμένα τόσο ώστε να διακρίνει κανείς ένα κλείσιμο του ματιού, ανάλογο μ’ εκείνο του G.R.R. Martin προς τον Εκατονταετή Πόλεμο και τον Πόλεμο των Ρόδων.

Υπάρχουν τρεις κύριοι άξονες περί τους οποίους στρέφεται η πλοκή (ο μισθοφόρος Αργυρός, ο νεαρός Φιλάρετος και ο Μέγας Λογοθέτης Σεβαστιανός, πράγμα για το οποίο ήδη μας πληροφορεί το οπισθόφυλλο), οι οποίοι με τη σειρά τους κινούν άλλα γρανάζια, στρόφαλα και αφηγηματικούς ιμάντες, ώστε όταν πρωτοβλέπει κανείς το συνολικό τεχνούργημα, φαντάζει ένα μηχανικό χάος. Ωστόσο, καθώς ακολουθεί κανείς τις αλληλουχίες της ιστορίας, κομμάτια του μηχανισμού αποκαλύπτουν τη λογική δομή τους, προτρέποντας τον αναγνώστη να συνεχίσει.

Αν έχω μια μικρή ένσταση, είναι η επιλογή τεμαχισμού κάθε κεφαλαίου σε πολλές παράλληλες αφηγήσεις, που σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή παρακολουθούμε συγχρόνως μικρές εξελίξεις περί τον κάθε άξονα, ενώ θα προτιμούσα οι εναλλαγές να είναι λίγο λιγότερο συχνές. Αυτό ωστόσο, αποτελεί καθαρά προσωπική προτίμηση.

Εν κατακλείδι, είναι ένα εξαιρετικά λεπτοδουλεμένο και προσεγμένο βιβλίο που ξεφεύγει από τις τετριμμένες συμβάσεις του fantasy, δίχως όμως να τις αγνοεί.

Αναμένουμε τη συνέχεια ΚΤΘΔ!

Α.Μ.

View all my reviews

ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ, του Περικλή Μποζινάκη (Εκδόσεις Ars Nocturna)

Σελίδες από το πουθενάΣελίδες από το πουθενά by Περικλής Μποζινάκης
My rating: 5 of 5 stars

Το “τέλειο βιβλίο” είναι σε μεγάλο βαθμό κάτι υποκειμενικό, κατά κανόνα ιδιαίτερα σπάνιο, αν όχι ανύπαρκτο, οπότε εν προκειμένω θα ξεκινήσω με το μοναδικό μου παράπονο από το παρόν: δεν ξέρω αν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο, καθότι αυτό επαφείεται πάντα στην ιδεατή μορφή που έχει γι’ αυτό ο συγγραφέας – θα ήθελα όμως να είναι. Αυτό είναι όλο – και προχωρώ στην ουσία του πράγματος.

Το βιβλίο αυτό είναι μια συλλογή από στοχασμούς: λογοτεχνικούς, υπαρξιακούς και μεταξύ τους αλληλεπιδρώντες. Μιλά για τον Κάφκα, τον Ντοστογιέφσκι, τον Πόε, τον Μπάλαρντ, τον Μπράντμπερι, τον Μπάροουζ και μέσα από όλους αυτούς για τις όψεις, τις προβληματικές και τις σχιζοφρένειες της ανθρώπινης ύπαρξης.

Μέσα σε όλα αυτά, ο Περικλής Μποζινάκης μιλά επίσης για τον εαυτό του και παρά να μείνει μια απόμακρη πένα, πλησιάζει τον αναγνώστη, όπως άλλοτε τον ακροατή σε μια γνώριμη σκηνή, σ’ ένα μπαρ σκοτεινό όσο και φιλόξενο και του λέει πως οι στοχασμοί αυτοί κι οι αγωνίες δεν είναι απλά κάποια θεωρητικά κατασκευάσματα, αλλά πηγάζουν από τα νωπά σωθικά ενός ανθρώπου.

Είναι ένα βιβλίο γεμάτο στοχασμούς που γεννούν συνειρμούς και κατ’ επέκταση άλλους στοχασμούς, ένα βιβλίο που προσκαλεί τον αναγνώστη να διαβάσει, να ψάξει και τελικά να ενεργήσει, με όποιον τρόπο αυτός νομίζει, για όσα περιέχονται στις Σελίδες από το Πουθενά.

Είναι ένα βιβλίο για τον σκεπτόμενο άνθρωπο και τους πολλούς του πόνους και θαρρώ κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος θα βρει μέσα ένα απόσταγμα σκέψεων που πιθανώς να τον κάνουν να νιώθει λιγότερο μόνος – να νιώσει πως δεν είναι ένας μονήρης τρελός σε έναν κόσμο επικοινωνιακών σκουπιδιών και άγονης καλλιέργειας από “Likes”.

Καθότι ο σκεπτόμενος άνθρωπος συχνά αυτοπροσδιορίζεται ως τέτοιος, υποβάλλοντας ύστερα τον ισχυρισμό στη δοκιμασία των υπολοίπων, δεν ξέρω αν είμαι πραγματικά τέτοιος (άλλωστε, κατά μία εκδοχή, κάθε πραγματικότητα είναι υποκειμενική). Ωστόσο, παραθέτω το απόσταγμα που βρήκα πιο οικείο και το οποίο πλέον συχνά επαναλαμβάνω:

“Ο Αυτοσκοπός οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον εθισμό και μετά στην καταστροφή”.

Α.Μ.

View all my reviews

« Older entries